- Ναύπακτος
- Sp Naupãktas Ap Ναύπακτος/Naupaktos, Nafpaktos graikiškai Sp Lepántas Ap Lepanto itališkai L V Graikija
Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė.
Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė.
Ναύπακτος — Naupactus fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ναύπακτος — Πόλη (υψόμ. 15 μ., 12.924 κάτ.) του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Ήταν πρωτεύουσα της πρώην επαρχίας Ναυπακτίας στην οποία υπάγονταν τρεις δήμοι, 57 κοινότητες και 112 οικισμοί. Η Ν. είναι χτισμένη στον Κορινθιακό κόλπο, μεταξύ του Αντιρρίου και των… … Dictionary of Greek
Naupacto — Ναύπακτος Bandera … Wikipedia Español
Навпакт — (Ναύπακτος, т. е. корабельная верфь ) в древности важный торговый порт в западной или Озольской Локриде; в 455 г. до Р. X. отнят афинянами у локрян и заселен беглыми мессенцами. В Пелопоннесскую войну здесь была станция афинского флота, отнятая у … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Αθανασιάδης-Νόβας, Γεώργιος — (Ναύπακτος 1893 – Αθήνα 1987). Ακαδημαϊκός, πρωθυπουργός, μέλος του Ανωτάτου Συμβουλίου της δημοκρατίας και λογοτέχνης. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Αθήνας. Άσκησε τη δικηγορία για λίγα χρόνια στην Αθήνα και ταυτόχρονα δημοσιογραφούσε… … Dictionary of Greek
Αθανασιάδης-Νόβας, Θεμιστοκλής — (Ναύπακτος 1896 – Κέρκυρα 1961). Ποιητής και πεζογράφος. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και πολιτικές επιστήμες στη Γερμανία. Χρημάτισε νομάρχης στους νομούς Κερκύρας, Ζακύνθου, Λέσβου, Χίου, Αχαΐας, Θεσσαλονίκης, Μαγνησίας και Σάμου, όπως επίσης και … Dictionary of Greek
Βλαχογιάννης, Γιάννης — (Ναύπακτος 1867 – Αθήνα 1945).Ιστοριοδίφης και λογοτέχνης. Από την κοινή ονομασία της γενέτειράς του (Έπαχτος), υιοθέτησε το φιλολογικό ψευδώνυμο Γιάννης Eπαχτίτης. Η μητέρα του είχε σουλιώτικη καταγωγή· η προμάμμη του, Λαμπρογκιώναινα, ανήκε σε… … Dictionary of Greek
Ζωιτάκης, Γεώργιος — (Ναύπακτος 1919 – 1996). Στρατιωτικός, αντιβασιλιάς (1967 72) κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Έλαβε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940 41) και, στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της Κατοχής,… … Dictionary of Greek
Μελάς, Σπύρος — (Ναύπακτος 1883 – Αθήνα 1966). Δημοσιογράφος, συγγραφέας και θεατρικός σκηνοθέτης. Ξεκίνησε να σπουδάζει νομικά, όμως εγκατέλειψε το πανεπιστήμιο και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Εργάστηκε σε πλήθος εφημερίδες, όπου πρωτοδημοσιεύτηκαν και… … Dictionary of Greek
Ναυπάκτου — Ναύπακτος Naupactus fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)